Displaying: 61-80 of 110 documents

0.186 sec

61. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 6
Κλείτος Ιωαννίδης Πλατωνική Πατερική διανόηση (Νύσσης Γρηγόριος)
abstract | view |  rights & permissions
Όταν καταπιάστηκαν οι χριστιανοί συγγραφείς με τη λογική οικοδομή της πίστης, γρήγορα κατάλαβαν το χρέος τους να απομακρύνουν από το έργο τους κάθε υποκειμενισμό, να συλλάβουν τη θρησκευτική ουσία με κάθε δυνατή αντικειμενικότητα. Γι’ αυτό το λόγο προσέφυγαν στην Ελληνική σκέψη που διέθετε για αυτό της το έργο όχι μόνο άφθονο υλικό, αλλά και τις επιστημονικές μεθόδους, τα όπλα της λογικής. Η ύψιστη αυτή ανάγκη των Πατέρων τους οδήγησε στον Πλατωνισμό, δηλαδή στη μελέτη των έργων του Πλάτωνος και των Νεοπλατωνικών, όπως του Πλωτίνου, του Πορφύριου και του Πρόκλου, χωρίς φυσικά να αγνοήσουν τον Αριστοτέλη, τους Στωικούς και άλλους σημαντικούς εκπροσώπους της ελληνικής σκέψης. Εδώ βρίσκεται το μεγαλείο της γόνιμης συνάντησης της χριστιανικής με την ελληνική σκέψη. Και δεν είναι τυχαίο που ο Κλήμης Αλεξανδρείας θεωρεί ότι υπάρχουν στην Εκκλησία δύο Παλαιαί Διαθήκαι, η των Ελλήνων και η των Εβραίων, και οι δύο παιδαγωγοί εις Χριστόν. Και ο Ιουστίνος ο μάρτυς ο φιλόσοφος, μαθητής του αρχαίου λόγου και της θύραθεν σοφίας, θεωρεί ότι όσα είναι καλώς ειρημένα ανήκουν στους χριστιανούς. Καταφεύγοντας σ’ έναν Πλατωνικό φιλόσοφο λέγει: «εφοιτούσα, όσο πιο συχνά μπορούσα κι έτσι έκαμα προόδους. Κάθε μέρα προχωρούσα όλο και περισσότερο. Η κατανόηση των ασωμάτων όντων με αιχμαλώτιζε σε ύψιστο βαθμό. Η θεωρία των ιδεών έδιδε φτερά στο πνεύμα μου, τόσο που μέσα σε λίγο καιρό πίστεψα πως είχα γίνει σοφός! Ήμουν μάλιστα αρκετά ανόητος, ώστε να ελπίζω ότι θα έβλεπα τον Θεό, γιατί αυτός είναι ο σκοπός της φιλοσοφίας του Πλάτωνος». Άλλωστε και ο Κλήμης Αλεξανδρείας και αυτός σπουδαστής ενδελεχής του αρχαίου λόγου, ομιλώντας για το θείο γνόφο, στον οποίο εισήλθε ο Μωυσής, ακολουθώντας την αλληγορική οδό της Αλεξανδρινής σχολής, θα μας πει ότι αντιστοιχεί με τις άρρητες και αειδείς ιδέες του όντος, γιατί ο Θεός βέβαια δεν βρίσκεται εν σκότει ή εν τόπω, αλλά πέρα από τον τόπο και από τον χρόνο και από την ποιότητα των όντων. Οι άρρητες και αειδείς ιδέες είναι Πλατωνική ανακάλυψη και Πλατωνική φιλοσοφική διατύπωση. Έτσι ο ελληνισμός δεν πέθανε τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες, έστω και αν ο φανατισμός δολοφόνησε, κατακρεουργώντας την πανέμορφη φιλόσοφο και μαθηματικό Υπατία στην Αλεξάνδρεια. Πέθανε κάποια μορφή ελληνισμού, αφού επέτρεψε την αφομοίωσή του από τα καινούργια πνευματικά ρεύματα, τα οποία εξελλήνισε και γονιμοποίησε δημιουργικά στη συνέχεια, παραμένοντας σωστός και ακέραιος πνευματικά έναντι του πνεύματος του ανθρώπου και του συνειδητού εαυτού του. Ο ελληνισμός, ως λόγος και ως σκέψη, απορροφημένος από τους Έλληνες Πατέρες, οι οποίοι σπουδάζουν στην Αθήνα (Μ. Βασίλειος, Γρηγόριος Ναζιανζηνός), στην Αντιόχεια (Ιωάννης Χρυσόστομος), στην Αλεξάνδρεια (Κλήμης, Ωριγένης, Μ. Αθανάσιος κ.ά.) από τον Β΄ κιόλας αιώνα συντηρείται με τα πιο έντονα στοιχεία του εντός του χριστιανισμού (μέθοδος διαλεκτική, θεωρία, ενατένιση, απομάκρυνση από τα αισθητά, λόγος και έκσταση), αλλά και με την αλληγορική μέθοδο (σπήλαιον της Πολιτείας του Πλάτωνος, υπερουράνιος τόπος και υπερουράνια κίνηση, Φαίδρος, πνευματική γεωγραφία Φαίδωνος, δημιουργός του Τιμαίου, Αριστοτέλης, Στωικοί, Πλωτίνος και νεοπλατωνισμός, Ιάμβλιχος και μυστήρια (θεουργία) και άλλα πολλά, όπως Βάκχαι Ευριπίδου (πρβλ. π. Festugiere, Jean Danielou, Nock, Β. Ν. Τατάκη). Η ελληνική σκέψη, με τους εκλεκτούς εκπροσώπους της και επικεφαλής τον Πλάτωνα ασκεί και προπαρασκευάζει τον χριστιανό υποψήφιο προς την αλήθεια. Έτσι τα πολύτιμα σπέρματα των Εθνικών, όπως τα αποκαλούσε ο Ιουστίνος, συνταιριάζονται και εναρμονίζονται με την αποκάλυψη του Θεού που γίνεται εν Χριστώ Ιησού, και με την χάρη του Παναγίου Πνεύματος, όπως εμφανίζεται δυναμικά και πύρινα στο ιερό υπερώο των Ιεροσολύμων την άγια ημέρα της Πεντηκοστής. Φυσικά, φώτα ελληνικά αποτελούν την έναρξη της οδού προς την Αλήθεια και την ολοκλήρωση αυτού του δύσκολου και σταυρικού δρόμου προς τη θεία Αποκάλυψη. Με τη δύναμη του Τριαδικού Θεού και με τη συνέργεια του Αγίου Πνεύματος, ως δύναμης εξ ύψους, μπορεί ο αγωνιστής χριστιανός να σωθεί και από την Σωκρατική αυτογνωσία (ο άσωτος υιός ήλθε εις εαυτόν και αναστάς επέστρεψε προς τον Πατέρα, οδηγήθηκε προς τη θεογνωσία και το μυστήριο του Θεού). Οδύσσεια και η μία οδός, Οδύσσεια και η άλλη. Και στις δύο περιπτώσεις ο πιστός χρειάζεται το φως του Ευαγγελίου και τη θεία χάρη.
62. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 6
Jan Zozulak Η επιρροή της βυζαντινής σκέψης στο σχηματισμό της πολιτιστικής ταυτότητας των Σλάβων στη Μεγάλη Μοραβία
abstract | view |  rights & permissions
Η πρώτη επαφή της βυζαντινής φιλοσοφίας με την περιοχή της Μεγάλης Μοραβίας σχετίζεται με τη χριστιανική ιεραποστολή των αδελφών Κωνσταντίνο Φιλόσοφο και Μεθόδιο. Προκειμένου να διευκολύνουν την προσέγγισή τους προς τους Σλάβους, ο Κωνσταντίνος επινόησε το γλαγολιτικό αλφάβητο. Έτσι βοήθησε τους Σλάβους να αναπτύξουν τον πολιτισμό και τη φιλοσοφία τους, ώστε να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για τη μετέπειτα εξέλιξη της φιλοσοφικής σκέψης των Σλάβων. Φαίνεται ότι στην αρχή της φιλοσοφικής σκέψης των Σλάβων βρίσκεται ο ορισμός της φιλοσοφίας του Κωνσταντίνου Φιλοσόφου. Ο σχηματισμός της φιλοσοφικής σκέψης του Κωνσταντίνου βασίζεται στη χριστιανοθεολογική παράδοση. Με το έργο του αναπτύσσονται οι σκέψεις της αρχαίας ελληνικής και βυζαντινοχριστιανικής φιλοσοφίας στη Μεγάλη Μοραβία. Το ζήτημα της επιρροής της βυζαντινής φιλοσοφίας στην ανάπτυξη του πολιτισμού των Σλάβων χρειάζεται βαθιά εξερεύνηση, επειδή ο Κωνσταντίνος και ο Μεθόδιος δεν περιορίστηκαν μόνο στη μετάδοση της χριστιανικής πίστης, αλλά φρόντισαν να τη μεταλαμπαδεύσουν στους σλαβικούς λαούς και στο βυζαντινό πολιτισμό. Οι Σλαβικοί λαοί εξαιτίας της επαφής τους με τη βυζαντινή παράδοση με την οποία ανατράφηκαν, κατόρθωσαν να αποκτήσουν την εθνική και πολιτιστική τους ταυτότητα. Από το 2001 στη Σλοβακία ξεκίνησε μία προσπάθεια για την έρευνα της βυζαντινής φιλοσοφίας στο πλαίσιο των σχέσεων του βυζαντινού πολιτισμού και της σημερινής ευρωπαϊκής σκέψης.
63. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 6
Ηλίας Τεμπέλης «Ὁ διάλογος κόσμος ἐστὶν καὶ ὁ κόσμος διάλογος»: Η πρώιμη βυζαντινή θεωρία της αντιστοιχίας μεταξύ πλατωνικών διαλόγων και κοσμικής πραγματικότητας
abstract | view |  rights & permissions
Στη Νεοπλατωνική Σχολή της Αλεξάνδρειας στα τέλη του 6ου αιώνα ο ανώνυμος Χριστιανός (αμφίβολο) συγγραφέας των Προλεγομένων τῆς Πλάτωνος φιλοσοφίας προχώρησε σε μία μάλλον ολοκληρωμένη καταγραφή της θεωρίας περί της αμοιβαίας αντιστοιχίας μεταξύ των στοιχείων των πλατωνικών διαλόγων και των στοιχείων και αιτίων κάθε κοσμικής πραγματικότητας. Σύμφωνα με αυτήν τη θεωρία ο σχολιαστής κάθε πλατωνικού διαλόγου πρέπει να στρέφει την προσοχή του στην αντιστοιχία των στοιχείων του (πρόσωπα - χρόνος και τόπος, χαρακτήρ, τρόπος τῆς συνουσίας, ἀποδείξεις, πρόβλημα και ἀγαθόν) τόσο προς τα έξι στοιχεία του σύμπαντος (ὕλη, εἶδος, φύσις, ψυχή, νοῦς και θεός), όσο και προς τα έξι αί-τια κάθε κοσμικής πραγματικότητας (ὑλικόν, εἰδικόν, ποιητικόν, ὀργανικόν, παραδειγματικόν και τελικόν). Ως προς αυτήν τη θεωρία, ο ανώνυμος συγγρα-φέας των Προλεγομένων στηρίζεται σε κάποιον βαθμό σε σχόλια του Πρόκλου σε πλατωνικούς διαλόγους. Έτσι η θεωρία είναι τυπικά νεοπλατωνική, αφού βασίζεται στην αναλογία και την οντολογική ιεραρχία. Θα μπορούσε επίσης να θεωρηθεί και ως παιδαγωγική στρατηγική, η οποία επέτρεπε στα μέλη της Σχολής της Αλεξάνδρειας αρχικά να κατανοούν τις αναλογίες των στοιχείων των πλατωνικών διαλόγων προς τα στοιχεία και τα αίτια του υλικού και του μεταφυσικού κόσμου και, πιο σημαντικό, να αντιλαμβάνονται την πλατωνική διδασκαλία.
64. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 6
Στυλιανή Ν. Καργιώτη Αυτοκαθορισμός και πρόνοια: Αναφορά στο Δαμασκηνό και στο Βοήθιο
abstract | view |  rights & permissions
Ο άνθρωπος συνηθίζει να ζη μέσα στο πλέγμα μιας ψευδούς συνείδησης. Επειδή ο κόσμος είναι πολύπλοκος, η πιο λογική θέση είναι να παραδεχτούμε ότι εντός του ανθρώπου υπάρχουν περισσότερα από ένα στρώματα διαθέσεων, εστίες στοχασμών και κέντρα αποφάσεων. Όταν ενεργοποιείται το ένα, τα άλλα δεν αχρηστεύονται, αλλά βρίσκονται παροπλισμένα σε λανθάνουσα κατάσταση και περιμένουν την ώρα τους. Όμως ο άνθρωπος αποτελείται και από τα ενεργά και από τα λανθάνοντα αυτά στοιχεία που δεν έχουν ακόμα ενεργοποιηθεί ή δεν πρόκειται ποτέ να ενεργοποιηθούν. Έτσι ο άνθρωπος που πλανάται απομακρύνεται από το Θεό και αγνοεί την τάξη του κόσμου. Εξαιτίας αυτής της άγνοιας καταφεύγει αβίαστα σε λανθασμένες ερμηνείες των συμβαινόντων. Η παρούσα ανακοίνωση χρησιμοποιεί περιορισμένα τις θέσεις του Δαμασκηνού και του Βοηθίου ως «επίβασιν» - για να θυμηθούμε τον Πλάτωνα - προκειμένου να προχωρήσει στη συγκρότηση μιας προβληματικής για τον αυτοκαθορισμό και την πρόνοια. Ειδικότερα, θα υποστηριχτεί ότι οι πράξεις του ανθρώπου κυβερνώνται αφ’ εαυτών και δεν εξαρτώνται από έναν κατευθυντήριο μοχλό της τύχης, δηλαδή από μια αλυσίδα αιτίων ακούσιων ή απροσδόκητων. Εν συνεχεία θα εξετασθεί η σχέση Θεού και πρόνοιας, όπου θα δειχτεί πως ο παντογνώστης Θεός, ως το ύψιστο αγαθό, εσωκλείει την αγάπη και απεμπολεί το κακό, χωρίς να αίρει την ελευθερία της ανθρώπινης βούλησης.
65. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 61
Σοφία Σιμιτζή Η φιλοσοφική θεματοποίηση του μυστικισμού στον William James
abstract | view |  rights & permissions
Στο πλαίσιο του δαρβινισμού του 19ου αιώνα ο W. James φαίνεται να επηρεάζεται έντονα από μια βιολογική προσέγγιση. Η τελεολογική αντίληψη του James για το νου και η υπεροχή που αποδίδει στη δράση κάνει την εμφάνισή της, περιορίζοντας τη σημασία των πνευματικών αναζητήσεων. Έτσι φαίνεται να παρουσιάζει την ανθρωπότητα ιδιαίτερα κινητοποιημένη από την ικανοποίηση των βιολογικών αναγκών και των πρακτικών στόχων. Ο ριζοσπαστικός του εμπειρισμός αποτελεί μια προσπάθεια να αναλυθεί η φύση της πραγματικότητας σε ένα φιλοσοφικό επίπεδο, το οποίο θα αποκαλύπτει τη σημασία της γνήσιας εμπειρίας. Πρόθεσή του δεν είναι να αγνοήσει τις ρεαλιστικές πραγματικότητες της κοινής λογικής που περιγράφονται στη συνήθη γλώσσα, αλλά να διαφωτίσει τη σκοτεινή πλευρά τους και να τοποθετήσει αυτές στο πλαίσιο μιας οντολογικής θεωρίας. Εν ολίγοις ο,τιδήποτε πραγματικό πρέπει κατά κάποιον τρόπο να βιωθεί και ό,τι βιώνεται πρέπει με κάποιον τρόπο να είναι πραγματικό. Σύμφωνα με τη θεωρία περί του πεδίου του James, οι μυστικιστικές εμπειρίες είναι αποτέλεσμα των φυσικών και των υπερφυσικών σχέσεων. Όχι μόνο δεν μας παρουσιάζουν «υποβλητικές» πληροφορίες για τη δομή της καθημερινής πραγματικότητας, αλλά μας παρέχουν ενδιαφέροντα στοιχεία για την υποτιθέμενη ύπαρξη της αοράτου τάξης του εαυτού μας και της πραγματικότητας, έχοντας ως θεμελιώδη ουσία τη ροή της εμπειρίας και το ρεύμα αυτής της σκέψης. Αντλώντας από τη συγγραφή των μυστικιστών, ο James χαρακτηρίζει τη μυστικιστική εμπειρία ως άρρητη, ως μια νοερή ποιότητα και ως παροδική και παθητική, η οποία μπορεί και πρέπει να περιορίζει τη δεδομένη νατουραλιστική μας αντίληψη για όλα τα πράγματα.
66. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 62
Δημήτριος Σ. Πατέλης Πτυχές του δια της πληροφορικοποίησης εκφυλισμού της έρευνας επί κεφαλαιοκρατίας
abstract | view |  rights & permissions
Στην ανακοίνωση1 εξετάζονται ορισμένες τάσεις που εκδηλώνονται στην επιστημονική δραστηριότητα, ως αποτέλεσμα των οποίων η πληροφορία αποσπάται από τη γνωστική διαδικασία και λειτουργεί ως αυταξία, σε αντιδιαστολή με την πραγματική σημασία της και την αυθεντική γνώση. Έτσι, η προσοχή επικεντρώνεται στην τεχνολογία κωδικοποίησης-αποκωδικοποίησης της πληροφορίας. Αυτή η τάση συνδέεται με την θριαμβευτική επιβολή ποικίλων επιστημομετρικών, βιβλιομετρικών κ.ο.κ. δεικτών, και τη συνακόλουθη εκθετική αύξηση της παραγωγής-προαγωγής επιστημονικών δημοσιεύσεων. Δεδομένου ότι η ταχύτητα πρόσληψης και αντίδρασης στην πληροφορία είναι αντιστρόφως ανάλογη του βάθους και της κριτικής επεξεργασίας της, εξυπακούεται ότι και οι δυνατότητες αποκωδικοποίησης, γενίκευσης και διακρίβωσης της πραγματικής συμβολής μιας εκάστης των δημοσιεύσεων στην προαγωγή της πραγματικής έρευνας, είναι νομοτελώς αντιστρόφως ανάλογες του όγκου και των ρυθμών αύξησής τους. Η ίδια η αλήθεια μετατοπίζεται από την αναφορά στο μέρος του επιστητού που συνιστά το γνωστικό αντικείμενο, στο καθ’ ύλην αρμόδιο θεσμικό συλλογικό υποκείμενο, τα κριτήρια του οποίου ανάγονται πρακτικά στο δίκτυο καταχώρησης και αναγνώρισης της σχετικής πληροφορίας, ενώ ο επιστήμονας υποβαθμίζεται σε τεχνολόγο, εξειδικευμένο στη χρήση τεχνικών προσπορισμού νέων επιστημονικών γεγονότων και δεδομένων, ή στην επιτήδειο επιλεκτική εμπλοκή σε συγκυριακά δημοφιλείς θεματικές, που του διασφαλίζουν ευάριθμες δημοσιεύσεις, αναφορές, αναγνώριση, κ.ο.κ. Η “έρευνα” ανάγεται συχνά σε επιστημονικοφανείς λεκτικοποιήσεις παραστάσεων, σε διαχείριση του λόγου (του κειμένου), σε συνειρμικές (ή και ασυνάρτητες) αναφορές και “θεματοποιήσεις”, σε “πλαισιώσεις” και ”αναπλαισιώσεις” κατά το δοκούν, κ.ο.κ. εντός ενός τελετουργικά προσδιορισμένου πλαισίου βερμπαλισμών και λεξιλαγνείας. Η υπέρβασή αυτού του καταστροφικού αδιεξόδου είναι εφικτή μόνο στην κατεύθυνση του αγώνα για αυθεντικά επιστημονική θεωρία, μεθοδολογία και στάση ζωής, βάσει της λογικής του γνωστικού αντικειμένου και των πραγματικών αναγκών της ανθρωπότητας.
67. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 67
Νικήτας Αλιπράντης Yφή των σχέσεων φιλοσοφίας και κοινωνιολογίας και ο κοινωνιολογισμός
abstract | view |  rights & permissions
Οι σχέσεις φιλοσοφίας και κοινωνιολογίας συνδέονται με τις διαφορές του αντικειμένου και της μεθόδου, οι οποίες καθορίζονται κατ’ ανάγκην από τις θεωρήσεις των κοινωνιολόγων. Συνεπώς η μόνη οδός για να προσδιορισθούν οι σχέσεις τους είναι η κατάρτιση μιας τυπολογίας με βάση την σχηματική ταξινόμηση των κοινωνιολογικών θεωρήσεων, ατομικών ή συλλογικών (σχολών). Λόγω της τεράστιας ποικιλίας των τελευταίων, μόνον ως απόπειρα μιας μερικής τυπολογίας μπορεί να νοηθεί η παρούσα εισήγηση. Με αυτό το δεδομένο μπορούν ενδεικτικά να κατηγοριοποιηθούν οι σχέσεις σε πέντε ομάδες: 1) σύμπτωση (συνύπαρξη) κοινωνιολογίας και φιλοσοφίας στο ίδιο πρόσωπο (G. Simmel, σχολή της Φρανκφούρτης), 2) αβαθής φιλοσοφική βάση στην πρώιμη εξελικτική κοινωνιολογία (A. Comte, H. Spencer), 3) συγκεκριμένες αλλά διαφοροποιημένες επιδράσεις της φιλοσοφίας στην κοινωνιολογία (επιλεκτική αναφορά: F. Tönnies, M. Weber), 4) επαμφοτερίζουσα και προβληματική σχέση του θετικιστικού εμπειρισμού με τη φιλοσοφία· εν προκειμένω μπορούν να διακριθούν σχηματικά οι εξής εκφάνσεις: α) αίτημα ανεξαρτησίας από τη φιλοσοφία (E. Durkheim, V. Pareto), β) απόπειρα σύνθεσης των αντιθετικών κατευθύνσεων, ιδεαλιστικής–θετικιστικής (T. Parsons), γ) πραγματιστικές και ψυχολογικές καταβολές του αμερικανικού συμπεριφορισμού – και συναφώς του δομολειτουργισμού – και ακραίος εμπειρισμός (κοινωνιολογισμός), τέλος 5) η κατά βάση νιτσεϊκής επίδρασης άρνηση της κοινωνιολογίας στο μεταμοντερνισμό (J. F. Lyotard, J. Baudrillard, κ.ά.).
68. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 69
Χριστόφορος Ευθυμίου Κυριαρχία και δικαιοσύνη στην πλατωνική Πολιτεία και στην πρυτανική ομιλία του Heidegger
abstract | view |  rights & permissions
Στόχος της ανακοίνωσης είναι η διερεύνηση των εννοιών της κυριαρχίας και της δικαιοσύνης στην πλατωνική Πολιτεία και στην πρυτανική ομιλία του Heidegger, η οποία εκφωνήθηκε το 1933. Δικαιοσύνη για τον Πλάτωνα σημαίνει ότι κάθε πολίτης αλλά και κάθε κοινωνική βαθμίδα πράττουν όσα αρμόζουν στη θέση τους. Οι ρόλοι στη ιδανική πολιτεία διανέμονται αναλόγως προς τη γνώση που διαθέτει κάθε βαθμίδα κατά το εξωπολιτικό θεμέλιο των όντων αλλά και της ανθρώπινης συμβίωσης σε σχέση προς την ιδέα του αγαθού. Άρα δικαιοσύνη σημαίνει συμμόρφωση της λειτουργίας της πολιτείας προς το μεταφυσικό θεμέλιο της παρουσίας των όντων. Κυριαρχία είναι η θεσμικά κατοχυρωμένη πράξη με την οποία επιτυγχάνεται αυτή η συμμόρφωση. Η κυριαρχία επιβάλλεται να ασκείται μόνον από τους γνώστες της ιδέας του αγαθού, από τους φιλοσόφους. Η διασύνδεση αυτή μεταφυσικού θεμελίου, δικαιοσύνης και κυριαρχίας διατρέχει το σύνολο της μεταφυσικής διανόησης και φτάνει, mutatis mutandis, και στον Heidegger. Στην πρυτανική του ομιλία το 1933 αλλά και σε άλλα κείμενα της συγκεκριμένης περιόδου ο Heidegger εφαρμόζει τις κατηγορίες της θεμελιώδους οντολογίας του, οι οποίες αρχικώς αφορούσαν την υπαρκτική αναλυτική του ατομικού Dasein (Ώδε είναι), σε ολόκληρο το σώμα του γερμανικού λαού. Διακρίνει, όπως και ο Πλάτων, τρεις κοινωνικές βαθμίδες, προς τις οποίες θα πρέπει οι Γερμανοί φοιτητές να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους. Υποστηρίζει ότι η βαθμίδα της γνώσης και κυρίως οι φιλόσοφοι στο βαθμό που διαθέτουν την οντολογική γνώση ενός νέου τύπου θεμελίου, την κατανόηση δηλαδή του νοήματος του Είναι των όντων, θα πρέπει να αναλάβουν την πνευματική κυριαρχία και να συνεπικουρούν τον ηγέτη. Στην περίπτωση του Heidegger η δικαιοσύνη νοείται ως αποφασιστική συναρμογή της βούλησης του λαού, η οποία πραγματώνεται με την καθοδηγούμενη από τους φιλοσόφους κυριαρχία του ηγέτη, προς μια ιστορική αποστολή, η οποία προσδιορίζεται σε τελική ανάλυση από το είναι του γερμανικού Dasein και κατ’ επέκταση από το Είναι των όντων.
69. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 69
Σταύρος Καπνάς Πολιτική φιλοσοφία με επίκεντρο το έργο Δεύτερη πραγματεία περί κυβερνήσεως του John Locke
abstract | view |  rights & permissions
Η παρούσα ανακοίνωση επικεντρώνεται στο έργο Δεύτερη πραγματεία περί κυβερνήσεως του John Locke και ερευνά τους δύο θεμελιακούς άξονες της Δεύτερης πραγματείας, οι οποίοι εκφράζουν το σύνολο της πολιτικής θεωρίας του Locke. Αρχικά γίνεται αναφορά στη θεωρία περί καταπιστεύματος που αποτελεί και τη βάση της πολιτικής θεωρίας του Lοcke. Οι άνθρωποι προκειμένου να διαφυλάξουν τα δικαιώματά τους με κορυφαίο εκείνο της ζωής, προχωρούν από την πρότερη φυσική κατάσταση στην ενοποιημένη ανθρώπινη κατάσταση, η οποία ονομάζεται κοινότητα. Κατά τη φάση της συγκροτήσεως της κοινότητας, τα μέλη της εκλέγουν τους εκπροσώπους τους, οι οποίοι αναλαμβάνουν το έργο της υπεράσπισης του συνόλου των ανθρωπίνων αναγκών. Η μετάθεση των εξουσιών από την κοινότητα προς τους εκπροσώπους γίνεται βάσει μίας συμφωνίας, η οποία συνάπτεται ανάμεσα στα μέλη της κοινότητας και στους εκπροσώπους. Η συμφωνία αυτή ονομάζεται καταπίστευμα (ή νομοθεσία). Η τήρηση του καταπιστεύματος είναι υποχρεωτική και από τα δύο συμβαλλόμενα μέρη, δηλαδή και από την κοινότητα και από τους εκπροσώπους. Η μη σωστή τήρηση των κανόνων του καταπιστεύματος από τους εκπροσώπους της κοινότητας συνιστά αθέτηση της αρχικής συμφωνίας (αθέτηση του καταπιστεύματος). Στην περίπτωση αυτή τα μέλη έχουν την δυνατότητα να καταφύγουν στο νόμιμο δικαίωμα της πολιτικής ανυπακοής. Μπορούν δηλαδή να αφαιρέσουν την εξουσία από τους εκπροσώπους τους και να εκλέξουν νέους. Η πολιτική θεωρία του Locke βασίζεται με σαφήνεια στην αρχή της πλειοψηφίας. Ο θεμελιακός παράγοντας για τις πολιτικές αποφάσεις είναι η γνώμη της πλειοψηφίας των πολιτών. Φθάνουμε τώρα στον δεύτερο σημαντικό πυλώνα που συγκροτεί την πολιτική θεωρία του Locke. Αναφέρομαι στο δικαίωμα της ατομικής ιδιοκτησίας και της υπεράσπισής του. Το πολιτικό σύστημα που προκύπτει μέσα από την θεωρία του Locke στηρίζεται κατά ένα μεγάλο μέρος στο δικαίωμα της ατομικής ιδιοκτησίας. Συγκεκριμένα ο φιλόσοφος υποστηρίζει πως από τη στιγμή που ο άνθρωπος εναποθέτει την προσωπική του εργασία σε ένα υλικό αγαθό για την παραγωγή και την απόκτηση του, τότε αυτό το αγαθό περνά δικαιωματικά στην ιδιοκτησία του ανθρώπου. Η ατομική ιδιοκτησία αποτελεί σημαντικό παράγοντα για την επιβίωση του ατόμου. Στην πρότερη φυσική κατάσταση απαγορευόταν να οικειοποιηθεί ο άνθρωπος ένα αγαθό, γιατί τα πάντα ανήκαν στους πάντες. Όμως, όταν αυτό το αγαθό (π.χ. ένα τρόφιμο) είναι απαραίτητο για την επιβίωση του ανθρώπου, τότε το φαινόμενο της οικειοποίησης και περαιτέρω της ιδιοκτησίας κρίνεται ως αναγκαίο. Στην προκείμενη περίπτωση δεν χρειάζεται η συγκατάθεση ολόκληρης της κοινότητας, όπως συνέβαινε κατά τη φυσική κατάσταση. Παρά ταύτα το προνόμιο της ατομικής ιδιοκτησίας διέπεται από όρια. Σύμφωνα με τον Locke το μέγεθος της ατομικής ιδιοκτησίας πρέπει να είναι τέτοιο, ώστε να καλύπτεται το σύνολο των αναγκών του ανθρώπου. Το αυξημένο μέγεθος της ατομικής ιδιοκτησίας ενός ατόμου εγκυμονεί τον κίνδυνο της απειλής των δικαιωμάτων των υπολοίπων μελών της κοινότητας. Αυτό που ένας άνθρωπος έχει ως περίσσευμα, κάποιος άλλος το στερείται. Ο Locke στο πλαίσιο μίας κοινωνικά δίκαιης πολιτικής προτείνει την αναδιανομή του εισοδήματος με ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα. Με τη φορολόγηση στο περίσσευμα των υψηλών εισοδημάτων επιτυγχάνεται η αναδιανομή του πλούτου και κυρίως η κάλυψη των αναγκών των οικονομικά ασθενέστερων. Ο Locke με αυτόν τον τρόπο γίνεται ο εμπνευστής του κοινωνικού κράτους.
70. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 69
Σταύρος Π. Κάρτσωνας Αυτονομία και πολιτική πραγματικότητα: Το παράδειγμα της αρχαίας Αθήνας σε αντιδιαστολή προς τη σημερινή Ελλάδα
abstract | view |  rights & permissions
Γιατί ένα μεγάλο μέρος των Ελλήνων πολιτών επιλέγει να μην υπακούει τους νόμους του κράτους; Η έλλειψη νομιμότητας, η νομιμοφάνεια και η πολιτική ανυπακοή αποτελούν προβλήματα μείζονος σημασίας για το σύγχρονο ελληνικό κράτος. Στη σύντομη αυτή ανακοίνωση υποστηρίζεται ότι αυτά τα προβλήματα αποτελούν όχι μόνο συνέπειες της οικονομικής κρίσης, αλλά τον αναπόδραστο απότοκο της έλλειψης πολιτικής αυτονομίας που διέπει την κοινωνία μας, γέννημα-θρέμμα μιας βαθύτατης κοινωνικοπολιτικής νωθρότητας, που επιτρέπει τη χειραγώγηση των πολιτών της. Θα προβληθεί το παράδειγμα του ελεύθερου πολίτη της αρχαίας Αθήνας σε αντιδιαστολή προς αυτό του σημερινού Έλληνα ιδιώτη, για να καταδειχθεί γιατί η ακραιφνής τήρηση των νόμων εκ μέρους ενός πολιτικού υποκειμένου συνεπάγεται αναμφίλεκτα μια πηγάζουσα εκ των έσω ενεργητική νομοθετική βούληση, σύμφωνα με την οποία θα συνδιαμορφώνει ισότιμα με τους υπόλοιπους κοινωνούς της πολιτικής κοινότητας, το νομοθετικό σύστημα που διέπει τη ζωή του.
71. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 69
Χρήστος Νεδελκόπουλος Φιλοσοφικές και αισθητικές προεκτάσεις της γενιάς Βeat και η νέα αριστερά υπό την επιρροή του έργου Ο μονοδιάστατος άνθρωπος του Μαρκούζε
abstract | view |  rights & permissions
Στην ανακοίνωση αυτή αναλύεται η συμβολή του έργου Ο Μονοδιάστατος άνθρωπος του Χέρμπερτ Μαρκούζε στο πολιτικό κίνημα της δεκαετίας του 1960, έχοντας ως κύρια αναφορά τη γενιά Βeat και την άνθιση της νέας αριστεράς στην Αμερική. Αφενός αναφέρομαι στην πολιτιστική αλλαγή που επετεύχθη με τη γενιά Beat και αφετέρου στην κοινωνική δράση του κινήματος διαμαρτυρίας SDS (Φοιτητές για μια Δημοκρατική Κοινωνία). Έμφαση δίδεται στην πολιτισμική κριτική, στις πολιτικές εντάσεις και στις κοινωνικές συνθήκες που οδηγούν στον σχηματισμό του κινήματος της νέας αριστεράς καθώς και στην αντιμετώπιση σημαντικών πολιτικών θεμάτων, όπως οι αγώνες για τα πολιτικά δικαιώματα και οι αγώνες κατά του ρατσισμού. Σύμφωνα με τον Marcuse η κυριαρχία της τεχνολογίας αποτελεί απόδειξη ότι ο καπιταλισμός είναι βαθιά ριζωμένος στην κοινωνική πραγματικότητα. Η δεκαετία του ’60 και η πολυμορφία των κινημάτων αυτών βασίζονται σε μια πνευματική και κοινωνική αλλαγή που συμπλέει με το στοιχείο του φαντασιακού. Οι εντάσεις αυτές θα ανοίξουν ένα νέο δρόμο μέσα από ένα συνδυασμό λογικής, φαντασίας και ευαισθησίας.
72. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 69
Χρήστος Μαράντος Η έννοια της αλλοτρίωσης στην Μεταμόρφωση του F. Kafka
abstract | view |  rights & permissions
Με αφορμή το έργο του Franz Kafka «Η Μεταμόρφωση», το οποίο γράφηκε το 1912, προσεγγίζω την έννοια της αλλοτρίωσης, όπως αυτή εκδηλώνεται στις ανεπτυγμένες βιομηχανικές χώρες την ίδια εποχή. Η μεταμόρφωση ενός υπαλλήλου σε ζωύφιο σηματοδοτεί την έναρξη της ασημαντότητας που αισθάνεται ο μέσος άνθρωπος μπροστά στη γιγάντωση των γραφειοκρατικών μηχανισμών. Ταυτόχρονα, καθώς η εργασία μηχανοποιείται ή γραφειοκρατικοποιείται, γίνεται ανιαρή και ξένη προς τις αυθεντικές επιθυμίες των ανθρώπων. Κάπου εκεί εμφανίζεται η διάρρηξη του εαυτού, που για να επιβιώσει μετατρέπεται σε κάτι άλλο από αυτό πού είναι, κατά τον Kafka σε κατσαρίδα. Έτσι, η άρνησης των επιθυμιών, ισοδυναμεί με την άρνηση της ζωής, με αποτέλεσμα το στοιχείο της ενοχής να αντικαθιστά την αγάπη για τη ζωή. Ο Kafka συλλαμβάνει ένα βαθιά αλλοτριωμένο κόσμο και δεν διακρίνει κανένα δρόμο διαφυγής, πέρα από τη συντριβή και τη λύτρωση του θανάτου. Ο εαυτός είναι αποξενωμένος από την αλήθεια του, οπότε δεν έχει σημασία η εξωτερική όψη, αφού ούτως ή άλλως συγκρούεται με την εσωτερική βούληση, επομένως, όποια και αν είναι η εμφάνιση, έχει ελάσσονα σημασία. Εντός αυτού του πλαισίου κινείται η φιλοσοφική προσέγγιση του λογοτεχνικού κειμένου που επιχειρώ, όπως η «Μεταμόρφωση».
73. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 69
Ανδρόνικος Δ. Σαρλάκης Το ένστικτο της αυτοσυντήρησης ως θεμελίωση της εξουσίας στην πολιτική φιλοσοφία του Thomas Hobbes
abstract | view |  rights & permissions
Στην παρούσα ανακοίνωση θα μελετήσουμε την έννοια της αυτοσυντήρησης και τον τρόπο με τον οποίο επηρεάζει το πολιτειακό σύστημα, κατά τον Thomas Hobbes. Οι άνθρωποι χαρακτηρίζονται από πρωτόγονα πάθη. Προκειμένου να εξασφαλίσουν την επιβίωσή τους, εκχωρούν το σύνολο των δικαιωμάτων τους σε ένα μονάρχη και οργανώνονται σε κοινωνίες. Ο μονάρχης είναι υπεύθυνος για τη θέσπιση νόμων, τη συμπεριφορά των υπηκόων του και γενικότερα τη λειτουργία της κοινωνίας. Η εξουσία του είναι αδιαπέραστη, αλλά δικαιολογείται υπό το πρίσμα ενός αρμονικού κοινωνικού βίου που προσφέρει η δύναμή του. Σε αυτήν την μοναρχική κοινωνία οι άνθρωποι ελαχιστοποιούν τις «φυσικές» τους τάσεις, δηλαδή τα βίαια ένστικτά τους, και αισθάνονται ασφάλεια, αφού δεν κινδυνεύουν να χάσουν τη ζωή τους είτε από εσωτερικούς είτε από εξωτερικούς εχθρούς. Θα προσπαθήσουμε να καταστήσουμε σαφές ότι ο Hobbes οργάνωσε το σύνολο των πολιτικών του ιδεών, έχοντας ως αρχή την προστασία της ανθρώπινης ζωής, παραβλέποντας με αυτόν τον τρόπο άλλες αξίες, όπως την ελευθερία και την αυτοδιάθεση.
74. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 69
Παναγιώτης Παππάς Η έννοια της υπόσχεσης και της συγχώρεσης στην πολιτική φιλοσοφία
abstract | view |  rights & permissions
Η έννοια της υπόσχεσης και της συγχώρεσης στην πολιτική φιλοσοφία. Ο σκοπός της παρούσας εισήγησης είναι να ιχνηλατηθεί η σχέση και η σύνδεση των εννοιών της υπόσχεσης και της συγχώρεσης με την πολιτική φιλοσοφία και τις ανθρώπινες σχέσεις. Για το σκοπό αυτό έγινε μια παρουσίαση και ανάλυση της έννοιας της υπόσχεσης στη φιλοσοφία του Νικολό Μακιαβέλλι, μελετήθηκε η άποψη του Φρίντριχ Νίτσε στο ζήτημα της υπόσχεσης με τη σύμπραξη της λήθης και η διασύνδεσή της με τον άνθρωπο, ενώ παρουσιάστηκε και η τοποθέτηση της Άννας Άρεντ στο θέμα της συγχώρεσης στην ανθρώπινη κατάσταση και η επεξεργασία των ιδεών τους κατέδειξε το ρόλο που δύνανται να διαδραματίσουν στη ζωή των ανθρώπων, πολιτικά και κοινωνικά. Συγκεκριμένα έγινε οριοθέτηση της υποσχεσιολογίας ενός ηγεμόνα και πότε αυτή είναι θεμιτή, καθώς και πώς η υπόσχεση χαρακτηρίζει και προσδιορίζει τον άνθρωπο, διαφοροποιώντας τον από τα υπόλοιπα όντα. Παράλληλα επισημάνθηκε ο τρόπος με τον οποίο η συγχώρεση μπορεί να αποτελέσει πανάκεια στις ανθρώπινες σχέσεις καθώς και εργαλείο πολιτικής εκμετάλλευσης από τους εξουσιάζοντες. Η ανάδειξη αυτής της σχέσης πολιτικής φιλοσοφίας, υπόσχεσης και συγχώρεσης στην ιστορία της ανθρωπότητας μπορεί να γίνει οδηγός για μελέτες στην πολιτική ιστορία και σκέψη. Η γενικότητα της έρευνας έγκειται στο γεγονός ότι έχουν μελετηθεί οι έννοιες, ενώ ειδικότερα έχει ξεδιπλωθεί η άμεση συνάρτηση τους με την πολιτική αγωγή,ταυτότητα και συμπεριφορά των πολιτών και πολιτικών.
75. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 69
Γεώργιος Πούλιος Η δικαιολόγηση της πολιτικής ανυπακοής
abstract | view |  rights & permissions
Με την παρούσα ανακοίνωση επιχειρείται να δικαιολογηθεί η άσκηση της πολιτικής ανυπακοής εντός του πλαισίου του καθήκοντος για συμμόρφωση στο νόμο ως καθαρά πολιτικό μέσο αντίδρασης μίας μειοψηφίας, η οποία φέρει κατ’ ανάγκη την πλειοψηφία αντιμέτωπη με το δίλημμα είτε να αποδεχθεί αυτήν την ερμηνεία των ενεργειών της είτε να αναγνωρίσει εν όψει του κοινού αισθήματος περί της δικαιοσύνης τη νομιμότητα των αιτημάτων της μειοψηφίας, έχοντας ως τελικό στόχο να προκαλέσει μια αλλαγή στην πολιτική διά της δημόσιας αντιπαράθεσης. Παράλληλα αναδεικνύει ότι η πολιτική ανυπακοή δεν νοείται έξω από τη δημοκρατία και ότι η δημοκρατία χρειάζεται την πολιτική ανυπακοή ως την ύστατη υπενθύμιση της κοινωνίας προς την εξουσία ότι το «συμβόλαιο με το λαό» δεν τηρείται.
76. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 69
Γιώτα Σεχίδου Κορνήλιος Καστοριάδης: Πολιτική και κρίση, αγορά και δημοκρατία
abstract | view |  rights & permissions
Θεώρησα σκόπιμο στην παρούσα συγκυρία και στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Συνεδρίου Φιλοσοφίας να αναφερθώ στο ζήτημα της ελληνικής κρίσης, από τη σκοπιά του «φιλοσόφου της αυτονομίας», Κορνήλιου Καστοριάδη. Στο κείμενο αυτό θα μιλήσουμε τόσο για την πολιτική κριτική ικανότητα όσο και για το φαινόμενο της οικονομικής κρίσης των δυτικών κοινωνιών. Κι αυτό, γιατί της οικονομικής κρίσης προηγήθηκε η πολιτική κρίση, και δεν είναι τυχαίο ότι εδώ και είκοσι πέντε χρόνια φιλελεύθεροι πολιτειολόγοι και πολιτικοί επιστήμονες αναφέρονται στις δυτικές αναπτυγμένες δημοκρατίες μιλώντας με τον όρο «disaffected democracies». Αλλά αυτή η ίδια η οικονομική κρίση κατά τον Καστοριάδη εκφράζει μια παλινδρόμηση στους κόλπους των κυρίαρχων στρωμάτων που είναι ανίκανα να διαχειριστούν το σύστημα. Κι αυτό συμβαίνει, γιατί διασχίζουμε μια εποχή αποσύνθεσης των Δυτικών κοινωνιών που παρατηρείται σε όλες τις τάξεις, και όπου όλα όσα συνέβαλαν στη συνοχή τους διαλύονται με ταχύ ρυθμό, και αποτελεί σύμπτωμα της θεμελιώδους αντινομίας του σημερινού καπιταλισμού, ο οποίος αποβλέπει στην απεριόριστη εξάπλωση ενός δήθεν ορθολογικού ελέγχου, ενώ στην πραγματικότητα πρόκειται για παραλήρημα ισχύος που πάει να καταστρέψει φαντασιακές σημασίες χάρη στις οποίες μπόρεσε να αναπτυχθεί, καθώς και το φυσικό πεδίο που του παρείχε τις συνθήκες επέκτασής του. Το επιτακτικό καθήκον για τον Καστοριάδη σήμερα είναι να καταθέσουμε και να θέσουμε υπό έλεγχο τις τυφλές δυνάμεις που εξαπέλυσε το σύστημα (...).
77. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 69
Κώστας Τσιαντής H επαναθεμελίωση της δημοκρατίας
abstract | view |  rights & permissions
Η παρούσα ανακοίνωση σημειώνει το ρόλο των τραπεζών και τη σχέση τους με το δημόσιο χρέος (Μαρξ) και το πολιτικό σύστημα. Αυτό δείχνει τη διαρκή προσπάθεια των τραπεζιτών να επιβληθούν στο πολιτικό σύστημα και να αποσπάσουν από αυτό τη βασική λειτουργία του κράτους, την έκδοση νομίσματος. Γίνεται αναφορά στους Προέδρους των ΗΠΑ που αντιστάθηκαν σ’ αυτήν την εξέλιξη και δολοφονήθηκαν, όπως και στο πολιτικό πρόβλημα που κατήγγειλε ο Πρόεδρος Κέννεντυ, αλλά και στην ανάγκη μνείας της Αθηναϊκής δημοκρατίας (Σόλων). Επισημαίνεται το αναπόσπαστο κομμάτι της φιλοσοφίας από την πολιτική φιλοσοφία (Πλάτων, Αριστοτέλης), η ανάγκη να κατοχυρώσουμε το ρόλο του πολίτη στην αυτοθέσμιση της πόλης, καθώς και η δυσκολία που συνεπάγεται ο κώδικας των σημασιών στον πολιτισμό μας (Horkheimer, Adorno, Φουκώ). Η μετατόπιση της οπτικής από τα όντα στα σημεία και τα σημαινόμενα και ο a priori αποκλεισμός των όντων από τη σημειωτική (Έκο). Τέλος προτείνεται ως μοναδική διέξοδος για την αντιμετώπιση του πολιτικού προβλήματος και τη συνέχιση της ιστορικής παρουσίας του ανθρώπου ως κοινωνικού και πολιτικού όντος, η «επικαιροποιημένη» μορφή της αθηναϊκής δημοκρατίας (Σόλων, Κλεισθένης, Εφιάλτης, Περικλής).
78. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 69
Ζαχαρούλα Θεοδώρου Αναρχία δεν είναι αταξία
abstract | view |  rights & permissions
Στο παρακάτω κείμενο αναλύεται η έννοια της αναρχίας και το πώς από έννοια ταυτόσημη του χάους και της αταξίας μπορεί να αποτελέσει πολιτική ιδεολογία που εμπεριέχει την οργάνωση. Η αναρχία, έτσι όπως ορίζεται από τον Μαλατέστα, σημαίνει απουσία αρχής. Στη συνέχεια, ερμηνεύοντας τη σκέψη του Προυντόν και άλλων φιλοσόφων, παρατηρούμε πως η απουσία αρχής δεν σημαίνει και απουσία τάξης. Ο φόβος για την απουσία τάξης σε μια αναρχική κοινωνία οφείλεται στην προκατάληψη των ανθρώπων ότι η κυβέρνηση είναι αναγκαία για την επιβίωση τους και την ασφάλεια τους. Στην πραγματικότητα η κυβέρνηση δημιουργεί την αταξία. Σε μια κοινωνία χωρίς κυβέρνηση οι άνθρωποι θα τιθασεύσουν τα κακά τους ένστικτα και θα καταφέρουν, λόγω της έμφυτης φυσικής τάξης που τους διακατέχει, να συμβιώσουν αρμονικά. Η μοναδική μορφή ιδιοκτησίας που υπάρχει στην αναρχική κοινωνία στηρίζεται στην αμοιβαιότητα. Τα άτομα ανταλλάσσουν αγαθά χωρίς συμφέρον κι έτσι επέρχεται ισορροπία στην κοινωνία, της οποίας οι σχέσεις χαρακτηρίζονται από την αλληλοβοήθεια. Καταλήγοντας, η αναρχία δεν κατάφερε να ευδοκιμήσει στην πράξη αλλά οι ιδέες της είναι χρήσιμες για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της σύγχρονης πραγματικότητας.
79. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 69
Σωτήρης Βανδώρος Ο φιλόσοφος υπέρ και εναντίον της φιλοσοφίας: Η περίπτωση του Jean-Jacques Rousseau
abstract | view |  rights & permissions
Ο Ζαν-Ζακ Ρουσσώ αναγνωρίζεται ως ένας από τους πλέον σημαντικούς και ρηξικέλευθους στοχαστές της νεώτερης εποχής. Ωστόσο παρουσιάζει τον εαυτό του ως σφοδρό πολέμιο της φιλοσοφίας και των «φιλοσόφων», δηλαδή των φιλοσόφων, των επιστημόνων και των δημόσιων διανοουμένων. Αμφιβάλλει εάν η καλλιέργεια της επιστήμης και η ανάπτυξη της γνώσης προσφέρουν ο,τιδήποτε άλλο εκτός από ηθική διαφθορά και κοινωνική παρακμή. Δίδοντας έμφαση στις αλλοτριωτικές, στις κοινωνικές και στις πολιτικές συνθήκες που ευνοούν την εξέλιξή τους, υποστηρίζει ότι βλάπτονται κατεξοχήν από την «πρόοδό» τους τόσο η δημόσια αρετή όσο και οι σχετικές με την ιδιότητα του πολίτη αξίες. Αναλόγως φοβάται ότι ο διάλογος και η δημόσια διαβούλευση που βασίζονται στην εκλεπτυσμένη επιχειρηματολογία και στον αναστοχασμό θα οδηγήσουν αναπόφευκτα σε ανεπίλυτες αντιμαχίες, συγκρούσεις και εν τέλει σε καταστροφική πολιτική κρίση. Όμως την ίδια στιγμή προσφέρει ένα πρόγραμμα χειραφέτισης του εαυτού μας και κατάλληλης αγωγής, θεμελιωμένο στην ανάγκη να αναπτυχθούν οι γνωστικές και οι πνευματικές μας δυνάμεις, απελευθερωμένες από οποιοδήποτε είδος καταναγκασμού, δογματισμού, ή κοινωνικού κομφορμισμού. Είναι αυτές οι δυο ‘γραμμές σκέψεις’ ασυμφιλίωτες; Εν πάση περιπτώσει τί νόημα μπορούμε να βγάλουμε από αυτές;
80. Proceedings of the XXIII World Congress of Philosophy: Volume > 69
Νικολέττα Ζάγκα O συσχετισμός και η ισορροπία της ισχύος μεταξύ των κυριαρχουσών δυνάμεων στην Θουκυδίδου Ξυγγραφή
abstract | view |  rights & permissions
Στην ιστοριογραφία του Θουκυδίδη η διατήρηση της ισχύος των κυριαρχουσών δυνάμεων προβάλλεται ως αναγκαιότητα στον κόσμο των διεθνών σχέσεων, προκειμένου να διασφαλίζεται το κύρος και το συμφέρον κάθε κρατικής υπόστασης. Ως αδιαμφισβήτητο γεγονός επισημαίνεται ότι το μέγεθος της δύναμης καλλιεργεί την υπέρμετρη φιλοδοξία της, ενώ ταυτοχρόνως η δύναμη αυτή πυροδοτεί τα εγγενή πάθη του ανθρώπου που μπορεί να οδηγήσουν σε ολέθρια αποτελέσματα. Η κατάσταση αυτή δημιουργεί αίσθημα φόβου και ανασφάλειας στις άλλες κρατικές οντότητες και τούτο είναι κάτι που προκαλεί ανισορροπία και εμφανίζεται ως αταξία στο διεθνές, τρόπον τινά, σύστημα της Ελλάδος, λίγο πριν την έναρξη του Πελοποννησιακού πολέμου. Η κυριαρχία και ο φόβος στη συνέχεια αποτελούν και τη γενεσιουργό αιτία κήρυξής του πολέμου αυτού. Ειδικότερα μετά τους Περσικούς πολέμους η Αθήνα, ως ηγεμονεύουσα δύναμη, επιδιώκει να καταστέλλει κάθε επαναστατική ή αποσχιστική τάση των συμμαχικών πόλεων-κρατών και να διαμορφώνει ισόρροπες σχέσεις με τις πόλεις που την συμφέρουν, ώστε σιγά-σιγά να επεκτείνει τον έλεγχο και να διευρύνει την επιρροή της. Η τακτική αυτή γίνεται αποδεκτή, γιατί είναι μονόδρομος για την ηγεμονία, επειδή η ύπαρξη της ηγεμονίας καθίσταται επισφαλής. Όμως, εάν υπάρξει αδράνεια ή αμέλεια ως προς τη διατήρηση της συγκεκριμένης τακτικής για τη διασφάλιση της υπεροχής της αθηναϊκής δύναμης, αυτή η ίδια η υπεροχή της και η αντίστροφη τακτική της, θα είναι υπαίτιες της μεταβολής στην ισορροπία και στο συσχετισμό των δυνάμεων μεταξύ των πόλεων-κρατών, με αποτέλεσμα να καθίσταται αναπόφευκτη η σύγκρουση. Επί πλέον η Αθηναϊκή ηγεμονία γνωρίζει καλά ότι η μόνη ασφαλής βάση μιας συμμαχίας συμφερόντων είναι ο φόβος επιβολής αντιποίνων από τον ισχυρό διότι, αν κανείς επιθυμήσει να παραβιάσει τα συμφωνηθέντα αυτός μπορεί να συγκρατείται από τη σκέψη ότι μια κρατική οντότητα μόνη της είναι αρκετά ανίσχυρη να επιβληθεί, αλλά αντίθετα έχει πολλές πιθανότητες να ισοπεδωθεί ολοσχερώς. Συχνά μάλιστα επαναλαμβάνονται στο έργο του Θουκυδίδη οι όροι «προύχω» και «ἰσχύω» προκειμένου να τονιστεί ότι μόνον από τον ισχυρό δέχεται κανείς την εξουσία και όχι από τον ισόπαλο και ισοδύναμο. Έτσι διατηρείται η υπεροχή του κυρίαρχου και παράλληλα νομιμοποιείται η ηγεμονία του. Όμως, επειδή το σύστημα αυτό λόγω της δυναμικής του δημιουργεί καταστάσεις μη προβλέψιμες, είναι πάντοτε κάτι το δυνατόν η ανατροπή του.